εξέρχομαι — εξέρχομαι, εξήλθα βλ. πίν. 214 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
ἐξέρχομαι — go pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εξέρχομαι — (AM ἐξέρχομαι) [έρχομαι] βγαίνω έξω («τείχεος ἐξελθεῑν», Ομ. Ιλ.) μσν. νεοελλ. αποχωρώ από υπηρεσία ή αξίωμα («εξέρχεται τής υπηρεσίας») αρχ. μσν. 1. ξεκινώ, πηγαίνω να ασχοληθώ με κάτι 2. (για αίμα ή δάκρυα) πηγάζω, βγαίνω 3. (για νερό) πηγάζω,… … Dictionary of Greek
ἐξέλθετε — ἐξέρχομαι go aor subj act 2nd pl (epic) ἐξέρχομαι go aor imperat act 2nd pl ἐξέρχομαι go aor ind act 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξέλθω — ἐξέρχομαι go aor subj act 1st sg ἐξέρχομαι go aor subj act 1st sg ἐξέρχομαι go aor ind mid 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξέλθῃ — ἐξέρχομαι go aor subj mid 2nd sg ἐξέρχομαι go aor subj act 3rd sg ἐξέρχομαι go aor subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξέρχεσθε — ἐξέρχομαι go pres imperat mp 2nd pl ἐξέρχομαι go pres ind mp 2nd pl ἐξέρχομαι go imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔξελθε — ἐξέρχομαι go aor imperat act 2nd sg ἐξέρχομαι go aor ind act 3rd sg (homeric ionic) ἐξέρχομαι go aor ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξελευσομένων — ἐξέρχομαι go fut part mid fem gen pl ἐξέρχομαι go fut part mid masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξελευσόμενον — ἐξέρχομαι go fut part mid masc acc sg ἐξέρχομαι go fut part mid neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξεληλυθότα — ἐξέρχομαι go perf part act neut nom/voc/acc pl ἐξέρχομαι go perf part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)